
Είχε μεγάλα όνειρα η θεία Λευτερία για το κανακάρη της, πολύ μικρός ήταν ακόμα και οι απαιτήσεις που είχε από κείνον συχνά ξεπερνούσαν ακόμα και την υπερβολή.
Δεν έπαιζε σαν όλα τα παιδιά.. έπρεπε να διαβάζει κι ας ήταν το χειρότερό του, δεν έπρεπε να λέει ποτέ ψέματα, έπρεπε να μιλάει πάντα ευγενικά, να σέβεται τα συμφέροντα του και τα συμφέροντα της οικογένειας.
Η θεία είχε απόλυτη κυριαρχία πάνω του.. συχνά του έλεγε ότι ο πατέρας του ξενιτεύτηκε για να τον κάνει άνθρωπο κι εκείνη ότι τον μεγαλώνει με τα καλυτέρα εφόδια.
Την θυμάμαι σαν τώρα να του λέει:
-Δεν έχεις μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις, σου παρέχουμε τα πάντα.. τα καλύτερα ρούχα, το πιο υγιεινό φαγητό, σε στέλνουμε στα καλύτερα σχολεία με δάσκαλο στο σπίτι για να σε βοηθά, σου αγοράζουμε όλα τα αναγκαία..
-Πρέπει να τα τιμάς και να τα σέβεσαι.. βλέπεις κανένα παιδί γύρω σου να έχει όλα αυτά;
-Εμείς μεγαλώσαμε με ψωμί κι αλάτι και ακόμα στερούμαστε τα πάντα για να γίνεται εσείς άνθρωποι.. εσύ και η προκομμένη η αδελφή σου.
Ο Βασίλης ήταν πολύ καλό παιδί συνεσταλμένο, φιλότιμο, αλλά φοβόταν τη μάνα του υπερβολικά.
Θυμάμαι μόλις έκανε κάποια σκανταλιά σαν παιδί και τον καταλάβαινε η θεία.. το ύφος του..
Αυτό το φοβισμένο ύφος, τότε εγώ γελούσα ήμουν μικρός δεν μπορούσα να καταλάβω πώς είναι να μεγαλώνεις με τη θεία Λευτερία μάνα.
Πέρασαν τα χρόνια ο Βασίλης μεγάλωσε δεν έγινε βέβαια γιατρός ή δικηγόρος που θα ήθελε πολύ η θεία αλλά πρώτα πήρε ένα πτυχίο μηχανικός αυτοκινήτων και αργότερα με το σπρώξιμό της όπως πάντα βέβαια πήρε και πτυχίο μηχανικός αεροσκαφών.
Η θεία βέβαια πάντα έλεγε ότι αν κατάφερε να φτάσει μέχρι εκεί το οφείλει αποκλειστικά σε κείνη και στη μουρμούρα της και ίσως σ’ αυτό να μην έχει και πολύ άδικο.
Βολεύτηκε ο Βασίλης με μια γνωριμία της θείας μπήκε στην πολεμική αεροπορία σαν ιδιώτης μηχανικός αεροσκαφών κι έφτιαξε κι ένα σύγχρονο συνεργείο αυτοκινήτων που τα πρωινά το κρατούσε ο συνταξιούχος πια πατέρας του. (κι εκείνος της δουλειάς ήταν ίσως και καλύτερος απ’ το γιό).
Του βρήκε η θεία και μια καλή κοπέλα και τον πάντρεψε..
Ένα μεγάλο κακό που είχε ο Βασίλης όμως και το κουβάλαγε απ’ τη παιδική ηλικία πάντα μέσα του ήταν ότι δεν είχε σταθερές απόψεις, όπου φυσάει ο άνεμος, άλλαζε γνώμες πολύ εύκολα και στο γάμο του το ρόλο της θείας Λευτερίας πήρε πολύ εύκολα η καπάτσα γυναίκα του.
Αμέσως μετά το γάμο έκανε παιδί (κορίτσι) και σε λίγους μήνες η γυναίκα του ήταν ξανά έγκυος στο δεύτερο.. ήρθε λοιπόν η ώρα της βάφτισης.
Η θεία το είχε δέσει ότι θα έβγαζε τη κόρη του Λευτερίτσα.. αλλά η σύζυγος άλλα είχε κανονίσει με τον Βασίλη κι εκείνος φοβόταν να το πει στη θεία όπως πάντα..
Η θεία ήθελε τα καλυτέρα βαφτίσια για την εγγόνα της.. και πλήρωνε αβέρτα.. ο Βασικάλης απ’ το πολύ σεβασμό που του μάθανε..
..στα λεφτά που βγαίνουν με ιδρώτα..
..έγινε λίγο φιλοχρήματος, το είχε μάλλον και στο αίμα του και όλα αυτά τα έξοδα που έκανε η θεία τον βόλευαν.
Έφτανε όμως η μέρα της κρίσης..
Λίγες μέρες πριν κι ενώ η γυναίκα του Βασικάλη τρωγότανε καιρό να ανακοινώσει στη μάνα του ότι το παιδί θα πάρει το όνομα της συμπεθέρας το πήρε απόφαση να γίνει άντρας.. είχε αργήσει βέβαια λίγο.
Ποιος είδε το θεό και δεν τον φοβήθηκε.. πουτάνα την ανέβαζε καριόλα τη κατέβαζε το δε γιο της ανάξιο άντρα χωρίς πυγμή..
-Να βγάλεις ρε τα παντελόνια που φοράς.. τίποτα δε πήρες απ’ την οικογένεια σου άχρηστο κορμί, να πας ρε μόνος σου στη βάφτιση και συγγενείς απ’ τη μεριά μας δεν θα τολμήσουν να έρθουν.. θα έχουν να κάνουν μαζί μου οποίοι έρθουν.. τ’ ακούς;
Λίγες μέρες μετά τη περιβόητη βάφτιση ο Βασιλάκης χώρισε, η κόρη του βαφτίστηκε τελικά Λευτερίτσα αλλά είχαν ειπωθεί τόσα πολλά που το ποτάμι δεν γύριζε πίσω, μετά από λίγους μήνες η πρώην σύζυγος έκανε και το γιο, που αργότερα βαφτίστηκε Κώστας το όνομα του θείου μου, που συμφωνούσε πάντα με τη θεία χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Ο Βασιλάκης ζήτημα είναι αν είδε από τότε μια ή δυο φορές τα παιδιά του.
Έμεινε για κάποια χρόνια μόνος και φιλοξενούμενος απ’ τη μάνα του.. σε μερικά χρόνια γνώρισε μια πολύ όμορφη κοπέλα κατά πολύ νεότερη του, συζούσε στην αρχή για λίγους μήνες μαζί της και μετά την παντρεύτηκε.
Έκανε και αλλά δυο παιδιά και ζούσε στο επάνω διαμέρισμα απ’ τη θεία..
Να μην γίνω βαρετός.. μετά από ένα δυο χρόνια είχαμε πάνω-κάτω το ίδιο έργο με άλλη αιτία ή αφορμή αυτή τη φορά.
Σήμερα η θεία είναι σε βαθειά γεράματα, ο θείος την βοηθά με την υγεία της έχει βέβαια κι εκείνος τα δικά του αλλά μάλλον μόνος του τα περνάει.
Ο Βασιλάκης είναι πάνω από 50 σήμερα με τέσσερα παιδιά που δεν τα βλέπει και τα βράδια γυρνάει στα μπαράκια και το παίζει ελεύθερος κι ωραίος..
Τώρα όπως καταλαβαίνεται δεν έχει πλέον τον έλεγχο της μαμάς!!!
Εδώ έχω να πω ότι η θεία μπορεί να έβαλε το δάχτυλό της πολύ παραπάνω απ’ ότι έπρεπε για να φτάσει ο Βασιλάκης εδώ που έφτασε αλλά..
..με το μαράζι της κόρης θα πάει..