
Τίποτα δεν έχει αλλάξει..
Η βρύση στάζει ακόμα.. μέρα.. νύχτα.. άυπνος.
Αδυνατώ να δω φως στην άκρη του τούνελ που είμαι.. όσο κι αν προσπαθώ.. όσο κι αν είμαι χαρούμενος..
Τα βράδια συνεχίζουν να είναι κρύα.. θολά όνειρα παντού.. κι αυτός ο ήχος από την βρύση γίνετε ο τρομαγμένος παλμός της καρδιάς μου..
Μιλώ πάλι με τις σκιές μου.. που τώρα κρύβονται καλά πίσω από το στολισμένο δέντρο.. με ξεγελούν με τη μορφή του Άη Βασίλη.. έτσι νομίζουν..
Σήμερα το πρωί που νομίζω πώς ξύπνησα.. με κοίταξα καλά στο καθρέφτη.
Είδα το πρόσωπό μου γκρίζο.
Μαύροι κύκλοι στολίζουν το μέρος κάτω απ’ τα μάτια μου απ’ την αϋπνία.. δεν με αναγνωρίζω..
Που χάθηκα;
Άνοιξα το νερό στο κρύο κι έβαλα το κεφάλι μου από κάτω.. στην αρχή κρύωνα..
Φόρεσα το καλό μου πουκάμισο.. αλλά το έβγαλα και το πέταξα στο πάτωμα.
Κάθισα στο κρεβάτι κι άκουγα μέσα μου το τικ τακ της βρύσης κι έβλεπα απέναντί μου αυτό το γκρίζο πλάσμα με τα τεράστια μαύρα μάτια.
Το δωμάτιο γύρω μου ακατάστατο.. σωριασμένα ρούχα παντού.. τσιγάρα σβησμένα.. άδεια ποτήρια.. κεριά μισοκαμένα.. εφημερίδες στο πάτωμα.
Δεν με γνωρίζω..
Είμαι μαζί και τόσο μόνος..
Φοβάμαι τόσο πολύ.. νοιώθω σαν να διασχίζω ένα δύσβατο δάσος με άγρια θηρία.
Θέλω να κρατιέμαι από λέξεις.. το έχω ανάγκη.. σκέφτομαι όμως κι αυτό με κάνει κουρέλι.
Βλέπω αγκάθια στο δρόμο μου ανάμεσα σε κρίνα.. σε λίγα λευκά όνειρα που δύσκολα τα πιάνω.. δύσκολα τα βάζω στο δικό μου δρόμο.
Σκέφτομαι.. σκέφτομαι..
Δεν θέλω επιτέλους να σκέφτομαι.. θέλω να ζήσω..
Θέλω να το ζήσω...